ΗΡΑΚΛΗΣ

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011

ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ -SANTORINI

Νησί στις Νότιες Κυκλάδες,με 11000 περίπου κόσμο, και πρωτεύουσα την Θήρα.Άνυδρο ξηρό νησί με πολύ λίγη βλάστηση.Παρά ταύτα,προσφέρεται για καλλιέργιες.Καλά αμπέλια,καλό κρασί,ντομάτα εύγευστη,και φημισμένη φάβα Σαντορίνης.Έχει επίσης πολύ καλό τυρί.Πηγή ανάσας, και πλούτου ο τουρισμός.Κατά το τέλος της τριτογενούς περιόδου,μέσα από κάποια ασβεστολιθικά ρήγματα,ξεκινούν οι ηφαιστιακές εκρήξεις.Μετά από συνεχείς εκρήξεις,το νησί παίρνει την τελική του μορφή,τον 16ο αιώνα πΧ.οπότε και η καταστροφή των Μινωικών ανακτόρων,η ερήμωση της Κρήτης.Τα παλιρροιακά κύματα φθάνουν μέχρι Παλαιστίνη και Αίγυπτο,σαρώνοντας στο πέρασμα τους τα πάντα.Ακολουθούν εκρήξεις μέχρι και το 1950,όπου μεταβάλλουν τον ήδη υπάρχοντα ηφαιστειακό όγκο.Το ηφαίστειο θεωρείται ενεργό,γιατί μέχρι και σήμερα υπάρχει δραστηριότητα ήπιας μορφής


Ο καθηγητής Σπύρος Μαρινάτος από το 1939 (περιοδικό «Antiquity») ήταν ο πρώτος που απέδωσε την καταστροφή των μινωικών ανακτόρων και γενικότερα την πρωτοφανή ερήμωση της Κρήτης σ’ αυτήν την καταστροφική έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης και όχι στην εισβολή των Αχαιών, όπως υπέθεταν οι ερευνητές του 19ου αιώνα. Ο Μαρινάτος και πολλοί ειδικοί επιστήμονες (Γαλανόπουλος, Μαρίνος κ.ά.) υπολόγισαν ότι τα παλιρροϊκά κύματα που ξεκίνησαν από τη Σαντορίνη, ύψους 200-250 μέτρων, σάρωσαν τεράστιες εκτάσεις μέχρι τη μακρινή Παλαιστίνη και την Αίγυπτο (που βρίσκονται σε απόσταση 900 χλμ.), στο έδαφος των οποίων έχει εντοπιστεί ηφαιστειακή τέφρα και διαπιστώθηκε ότι το ύψος των κυμάτων έφτασε τα 9 μ. Η «άνευ προηγουμένου» θεομηνία, κατά το Μαρινάτο, οδήγησε μερικούς ξένους και Έλληνες μελετητές να τη συνδέσουν με το γνωστό μύθο για την Ατλαντίδα, που αναφέρει ο Πλάτωνας στον «Τίμαιο» (24d-25d).

Σε κάθε περίπτωση, η Στρογγύλη καταβυθίστηκε για δεύτερη φορά, για να παραμείνουν από τον περιφερειακό δακτύλιό της η Θήρα, η Θηρασία και το Ασπρονήσι. Μια νέα όμως έκρηξη, που τοποθετείται στο 197 π.Χ., είχε ως αποτέλεσμα την ανάδυση στο χώρο της Καλδέρας ενός νέου νησιού, της Παλιάς Καμένης, ενώ νεότερες εκρήξεις, από το 1570 ως το 1950, δημιούργησαν τον ηφαιστειακό όγκο της Νέας Καμένης. Αρκετοί επιστήμονες, όπως ο Αμερικανός γεωλόγος Μακ Κόι θεωρούν ότι η Παλιά και η Νέα Καμένη θα μεγαλώνουν σε όγκο γιατί στα νησιά αυτά θα προστίθεται ηφαιστειακό υλικό, που συγκεντρώνεται από ηφαιστειακές διεργασίες. Οι ηφαιστειακές αυτές δραστηριότητες, αν και είναι ήπιες, καθιστούν το ηφαίστειο της Σαντορίνης ενεργό, πράγμα που ενισχύεται από τους κατά διαστήματα ισχυρούς σεισμούς που σημειώνονται στην περιοχή (ο τελευταίος, με αρκετά θύματα, έγινε στις 9 Ιουλίου 1956).

Το 1975 ο διάσημος Γάλλος εξερευνητής Ζακ Ιβ Κουστό ανέλαβε την εξερεύνηση του θαλάσσιου βυθού στα ανοιχτά της Σαντορίνης για τη συγκέντρωση στοιχείων σχετικά με τα βυθισμένα τμήματα του νησιού και τα πολιτιστικά στοιχεία των οικισμών που καταποντίστηκαν.

Ιστορία. Με τη μυθολογική ίδρυση της Θήρας ασχολούνται ο Απολλόδωρος («Αργοναυτικά») και ο Πίνδαρος («Δ' Πυθιονίκης»), συνδέοντάς τη με την Αργοναυτική εκστρατεία. Σύμφωνα με τον πρώτο, ο αργοναύτης Εύφημος, που ήταν γιος του Ποσειδώνα, καθώς οι σύντροφοί του και ο ίδιος γύριζαν από τη Λιβύη, όπου είχαν φιλοξενηθεί από το βασιλιά της Ευρύπυλο, άφησε από αβλεψία να του πέσει καταμεσής στο πέλαγος ένας σβόλος χώμα, δώρο πολύτιμο του Ευρύπυλου. Αμέσως από τα κύματα ξεπετάχτηκε το νησί Καλλίστη, που αργότερα ονομάστηκε Θήρα.

Ο αποικισμός της Θήρας από Σπαρτιάτες και Μινύες της Λακωνικής (οικιστής ο Θήρας, απ' όπου και το όνομα του νησιού) πρέπει να έγινε στο πρώτο μισό του 8ου αι. π.Χ. αι. Ωστόσο, έναν αιώνα περίπου αργότερα, οι Θηραίοι, εξαναγκασμένοι από μια πρωτοφανή έλλειψη σταριού εξαιτίας της ξηρασίας, έστειλαν αποίκους στη Λιβύη, όπου ίδρυσαν την Κυρήνη (Ηρόδοτος, IV, 151 κ.εξ.). Το γεγονός ότι οι Θηραίοι που θα αποίκιζαν την Κυρήνη ήταν πολύ λίγοι και σχεδόν εκδιώχτηκαν από την πατρίδα τους, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι την εποχή αυτή οι σχέσεις ανάμεσα στους Δωριείς και στους Μινύες κατοίκους του νησιού δεν ήταν καλές. Έτσι, το 631 π.Χ., κάποιος Θηραίος ευγενής, ο Αριστοτέλης ή Βάττος, ανέλαβε, σύμφωνα με το δελφικό χρησμό, την αρχηγία των οικιστών, που επιβιβάστηκαν σε δύο πεντηκόντορα πλοία και έφτασαν στη Λιβύη, όπου κι έκτισαν την Κυρήνη.

Στους περσικούς πολέμους η Θήρα δεν πήρε μέρος, ενώ αργότερα οι Αθηναίοι τούς επέβαλαν πρόστιμο. Στα πρώτα χρόνια του πελοποννησιακού πολέμου οι Θηραίοι ήταν σύμμαχοι των Σπαρτιατών, ενώ μετά το τέλος του απόκτησαν την ανεξαρτησία τους. Μετά το Χρεμωνίδειο πόλεμο (266-263 π.Χ.) η Θήρα έγινε σημαντική ναυτική βάση των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, ενώ στα ρωμαϊκά χρόνια υπαγόταν στην επαρχία της Ασίας. Στα παλαιοχριστιανικά χρόνια στο νησί άκμαζε μια ανθηρή χριστιανική κοινότητα (στη σύνοδο της Νίκαιας, το 325, συμμετέχει και επίσκοπός της).

Στα χρόνια της φραγκοκρατίας και συγκεκριμένα στο 12ο αιώνα, αρχίζει να συναντάται, σποραδικά στην αρχή, το νέο όνομα του νησιού Σαντορίνη. Το όνομα προέρχεται από την ιταλική ονομασία της προστάτιδας του νησιού Αγίας Ειρήνης, δηλαδή Σάντα Ιρένε και με σύντμηση Σαντ’ Ιρένε. Ο πρώτος που χρησιμοποίησε το όνομα ήταν ο Άραβας γεωγράφος Αλ Ιντρίσι. Το νησί ανήκε στους Βενετούς κατά το μεγαλύτερο διάστημα, εκτός από μια περίοδο που κυβερνήτης της ήταν ο Τζιάκομο Μπαρότσι και οι απόγονοί του.

Στη διάρκεια του 15ου αι. το νησί ερημώθηκε από τις επιδρομές των πειρατών του Αιγαίου. Το 1470 οι κάτοικοί του ήταν μόλις 400. Το 1579 κυριεύτηκε από τους Τούρκους, και το 17ο αι. γνώρισε πρωτοφανή εμπορική και οικονομική ακμή, που στηριζόταν στα κρασιά και τα υφάσματά της. Για τη ζωή του νησιού στα μέσα του 17ου αι. μάς πληροφορεί ο Γάλλος Ιησουίτης Ρισάρ, που έμεινε κατάπληκτος από το υψηλό θρησκευτικό φρόνημα των κατοίκων της Σαντορίνης. Μετά την έκρηξη, ωστόσο, της Επανάστασης του 1821 οι ορθόδοξοι κάτοικοι του νησιού αναγκάζονται να υποκύψουν στην τουρκόφιλη πολιτική των λατινόφρονων προυχόντων του. Έτσι, η συμβολή της Σαντορίνης στον Αγώνα ήταν ασήμαντη και περιπτωσιακή.

Αρχαιολογία. Το νησί φαίνεται ότι κατοικήθηκε την 4η χιλιετία π.Χ. (Πρωτοκυκλαδική Εποχή). Όταν έγινε η μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου, ανάμεσα στα 1520-1500 π.Χ., οι 30.000 περίπου κάτοικοί του ευημερούσαν. Το πρόβλημα των αρχαιολόγων, που ενδιαφέρονται για τον πολιτισμό του νησιού πριν από την τρομακτική έκρηξη, είναι το παχύτατο στρώμα της τέφρας (ως και 60 μ.) που καλύπτει το φυσικό του έδαφος. Ωστόσο οι πρώτες έρευνες με αυτόν το στόχο χρονολογούνται από το 1866 (στη Θηρασία μια ομάδα ιδιωτών, αργότερα ο Γάλλος ηφαιστειολόγος Φ. Φουκέ, στο Ακρωτήρι ο Ρ. Ζαν).

Οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές της μινωικής Θήρας άρχισαν το 1967 με διευθυντή το Σπύρο Μαρινάτο και μετά το θάνατό του (1974) συνεχίστηκαν υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Χρήστου Ντούμα. Έτσι, στη θέση Ακρωτήρι, στα νότια του νησιού, έχει έρθει στο φως μια ολόκληρη συνοικία κάποιας πλούσιας μινωικής πόλης με διώροφα και τριώροφα σπίτια, λιθόστρωτους δρόμους, εργαστήρια, αποθήκες. Σκελετοί ανθρώπων δε βρέθηκαν. Φαίνεται πως η έκρηξη δεν έγινε απροειδοποίητα· θα πρέπει να προηγήθηκαν προειδοποιητικοί σεισμοί και έκλυση αερίων, που έδωσαν την ευκαιρία στους κατοίκους να εγκαταλείψουν το νησί.

Τα σπίτια ήταν κτισμένα με ακατέργαστες πέτρες, λάσπη και κατά διαστήματα ξυλοδεσιές. Εξωτερικά ήταν επιχρισμένα με κονίαμα, ενώ εσωτερικά διακοσμούνταν με εντυπωσιακές τοιχογραφίες (πασίγνωστες είναι οι τοιχογραφίες της Άνοιξης, των Πιθήκων, του Νέγρου, των Πυγμάχων και η τελευταία «τοιχογραφία της Λιβύης»). Αγγεία με νατουραλιστικές παραστάσεις, άλλα εισαγόμενα από την Κρήτη και άλλα ντόπια, συμπληρώνουν την εικόνα για τη ζωγραφική της εποχής. Οι κάτοικοι του νησιού ήταν γεωργοί (βρέθηκαν αγγεία με κόκκους κριθαριού, ψάθας και άλλων οσπρίων, σουσαμιού) και ψαράδες.

Οι έρευνες και οι ανασκαφές της δωρικής Θήρας οφείλονται στο Γερμανό αρχαιολόγο Χίλερ φον Γκέρτριγκεν (1895-1903). Η πόλη, αν και ανοχύρωτη, βρισκόταν στο απόκρημνο οροπέδιο του Μέσα Βουνού, στα ανατολικά του νησιού. Τα ερείπια της Θήρας καλύπτουν μια έκταση μήκους 800 μ. και πλάτους 150 μ. και ανήκουν κυρίως στην εποχή των Πτολεμαίων (300-145 π.Χ.) και στην παλαιοχριστιανική εποχή (4ος-5ος αι. μ.Χ.). Ενδιαφέρον παρουσιάζουν η ελληνιστική αγορά (μήκους 111 μ. και πλάτους 17-30 μ.), ένας ναός του Διονύσου, το θέατρο, λείψανα λουτρών ρωμαϊκής εποχής, το ιερό του Πτολεμαίου Γ', ο ναός του Κάρνειου Απόλλωνα και το γυμνάσιο των εφήβων. Κοντά στο ναό του Απόλλωνα οι κάτοικοι γιόρταζαν κάθε Σεπτέμβρη τα Κάρνεια, που ήταν βασικά χορός γυμνοπαιδιών.

Ενδιαφέρουσες (από επιγραφική αλλά και κοινωνιολογική άποψη) είναι οι χαραγμένες στους βράχους επιγραφές με ονόματα θεών αλλά και σπουδαίων χορευτών, συχνά με ερωτικό περιεχόμενο. Εντοπίστηκε ακόμα στο χώρο της αρχαίας Θήρας και ιερό αιγυπτιακών θεοτήτων (της Ίσιδας, του Άνουβη και του Σέραπη). Μια παλαιοχριστιανική βασιλική αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ (4ος-5ος αι. μ.Χ.) βρίσκεται κάτω από το σημερινό εκκλησάκι του Αγίου Στεφάνου.

Άλλες ενδιαφέρουσες αρχαιολογικές θέσεις του νησιού είναι η Οία, όπου βρισκόταν και το επίνειο της Θήρας, η Περίσσα, ένα δεύτερο επίνειο στη σημερινή ακτή του Μονόλιθου, και η Ελευσίνα, που δεν έχει ταυτιστεί γεωγραφικά. Στο ψηλότερο σημείο του νησιού βρίσκεται η μονή του προφήτη Ηλία, που αφιερώθηκε το 1711. Από το σημείο αυτό, σε ύψος 584 μ., μπορεί κανείς να δει ολόκληρο το νησί και με κατάλληλες συνθήκες ορατότητας την Κρήτη.

Στη σημερινή πρωτεύουσα του νησιού, τη Θήρα, υπάρχει ένα μικρό αρχαιολογικό μουσείο, με μια ενδιαφέρουσα συλλογή από γλυπτά και αγγεία, που προέρχονται κυρίως από ανασκαφές της Θήρας και των σημαντικών νεκροπόλεών της. Το νησί παρουσιάζει σημαντική τουριστική κίνηση, κυρίως το καλοκαίρι.
Πηγή:ΔΕΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου